Ταξιδιώτης

Ταξιδιώτης

Καλως ήλθατε στο Ιστολόγιο του Ταξιδιώτη

Η σελίδα δημιουργήθηκε στις 3 Νοεμβρίου 2007
και θα εμπλουτίζεται περιστασιακά με νέα θέματα
ΜΑΖΙ σας....
Taxidiotis

Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2009

ΧΑΣΑΜΕ ΠΑΛΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΔΕΙΛΙ (Πάμπλο Νερούντα)


Χάσαμε πάλι αυτό το δείλι.

Κανείς δε μας είδε απόψε με ενωμένα τα χέρια

ενώ η γαλάζια νύχτα έπεφτε πάνω στον κόσμο.


Από το παράθυρο μου είδα
τη γιορτή της δύσης πάνω στους μακρινούς λόφους.
Καμιά φορά σαν ένα νόμισμα
άναβε ένα κομμάτι ήλιου ανάμεσα στα χέρια μου.

Εγώ σε θυμόμουνα με την ψυχή σφιγμένη
από εκείνη τη θλίψη μου που εσύ ξέρεις.
Τότε πού ήσουνα;
Ανάμεσα σε ποιους ανθρώπους; Λέγοντας ποια λόγια;

Γιατί θα έρθει σε ένα ξαφνικά όλος ο έρωτας
όταν νιώθω θλιμμένος, και σε νιώθω μακρινή;

Το βιβλίο που πάντα παίρνουμε το δείλι έπεσε,
και το παλτό μου κύλησε στα πόδια μου σαν λαβωμένος σκύλος.

Πάντα, πάντα απομακρύνεσαι τα βράδια
εκεί που τρέχει το δείλι σβήνοντας αγάλματα.

Πάμπλο Νερούντα

Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2009

Επιρροές..Κική Δημουλά



Από την συλλογή "Επί τα ίχνη"

"Κάτι τι σου είπε η βροχή,
κάτι τι σου είπε ο Σεπτέμβρης,
κι έγινε η μορφή σου
τζάμι θολό,
που πίσω του μπορεί
κανείς ανενόχλητα
μήνες απρόοπτους
να περάσει"
"Περπατώ και νυχτώνει.
Αποφασίζω και νυχτώνει"

"Ξέρω απ' όλα. Λίγο απ' όλα.
Τα ονόματα των λουλουδιών όταν μαραίνονται,
πότε πρασινίζουν οι λέξεις και πότε κρυώνουμε.
Πόσο εύκολα γυρίζει η κλειδαριά των αισθημάτων
μ' ένα οποιοδήποτε κλειδί της λησμονιάς"

"Πέρασα από κήπους, στάθηκα σε συντριβάνια
και είδα πολλά αγαλματίδια να γελούν
σε αθέατα αίτια χαράς.
Και μικρούς ερωτιδείς, καυχησιάρηδες.
Τα τεντωμένα τόξα τους
βγήκανε μισοφέγγαρο σε νύχτες μου και ρέμβασα.
Είδα πολλά και ωραία όνειρα
και είδα να ξεχνιέμαι"

"Περπάτησα πολύ στα αισθήματα,
τα δικά μου και των άλλων,
κι έμενε πάντα χώρος ανάμεσά τους
να περάσει ο πλατύς χρόνος.
Πέρασα από ταχυδρομεία και ξαναπέρασα.
Έγραψα γράμματα και ξαναέγραψα
και στο θεό της απαντήσεως προσευχήθηκα άκοπα"

"Μίλησα πολύ. Στους ανθρώπους,
στους φανοστάτες, στις φωτογραφίες.
Και πολύ στις αλυσίδες.
Έμαθα να διαβάζω χέρια
και να χάνω χέρια"

"Ταξίδεψα μάλιστα.
Πήγα κι από 'δω, πήγα κι από 'κει...
Παντού έτοιμος να γεράσει ο κόσμος.
Έχασα κι από 'δω, έχασα κι από 'κει.
Κι από την προσοχή μου μέσα έχασα
κι απ' την απροσεξία μου.
Πήγα και στη θάλασσα.
Μου οφειλόταν ένα πλάτος. Πες πως το πήρα.
Φοβήθηκα τη μοναξιά
και φαντάστηκα ανθρώπους.
Τους είδα να πέφτουν
απ' το χέρι μιας ήσυχης σκόνης,
που διέτρεχε μιαν ηλιαχτίδα
κι άλλους από τον ήχο μιας καμπάνας ελάχιστης.
Και ηχήθηκα σε κωδωνοκρουσίες
ορθόδοξης ερημίας"

"Έπιασα και φωτιά και σιγοκάηκα.
Και δεν μου 'λειψε ούτε των φεγγαριών η πείρα.
Η χάση τους πάνω από θάλασσες κι από μάτια,
σκοτεινή, με ακόνισε"

"Όσο μπόρεσα έφερ' αντίσταση σ' αυτό το ποτάμι
όταν είχε νερό πολύ, να μη με πάρει,
κι όσο ήταν δυνατόν φαντάστηκα νερό
στα ξεροπόταμα
και παρασύρθηκα"

"Σε σωστή ώρα νυχτώνει"